Όχι. Δεν θα σταθώ στη μουσική των Joy Division. Ούτε στην ιδιόμορφη σύντομη ιστορία τους, και ειδικά στη ζωή του Ian Curtis. Αυτά λίγο έως πολύ είναι γνωστά. Θα σταθώ στο σκηνοθέτη – φωτογράφο - μαέστρο Anton Corbijn. Το δημιουργό της ταινίας CONTROL, την οποία και είχαμε την ευκαιρία να δούμε τη περασμένη Πέμπτη στη πρώτη επίσημη προβολή της στις Νύχτες Πρεμιέρας.
Αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο βλέποντας τη ταινία είναι η μοναδική ικανότητα του Corbijn να χειρίζεται το κινηματογραφικό φακό σαν να ήταν φωτογραφική μηχανή, δίνοντας έτσι μια συρραφή καταπληκτικών ασπρόμαυρων φωτογραφικών εικόνων. Ο φωτισμός, οι γωνίες λήψεις, ο τρόπος που τοποθετεί τα πράγματα μέσα στην εικόνα φανερώνουν έντονα φωτογραφική ματιά. Με αυτό το τρόπο εξάλλου πιστεύω πως ο σκηνοθέτης κατάφερε να υπερβεί μία έντονη βιογραφική ταινία. Πολλά από τα κινηματογραφικά του καρέ μπορούν να σταθούν άνετα και ως ανεξάρτητες φωτογραφίες. Γι αυτό, για μένα το φιλμ ήταν και ένα φωτογραφικό λεύκωμα.
Ο χαρισματικός συνδυασμός φωτογραφίας και κινηματογράφησης, νομίζω, πως σπάνια συναντάται στον ίδιο άνθρωπο. Ο Corbijn ξεκίνησε ως φωτογράφος το 1972, ενώ το 1979 μετακόμισε στο Λονδίνο από την Ολλανδία (όπου γεννήθηκε και ζούσε τότε), ορμώμενος από τη μουσική σκηνή του post-punk. Εκεί πρωτο-φωτογράφησε και τους Joy Division. Έγινε ευρέως γνωστός φωτογραφίζοντας τους U2 και τους Depeche Mode, και ακόμα περισσότερο όταν ασχολήθηκε με τη σκηνοθεσία βίντεο-κλιπ και το σχεδιασμό εξώφυλλων εκτενώς για τα δύο προηγούμενα γκρουπ, αλλά και για τους Nirvana, Nick Cave, Echo & the Bunnymen, κ.α.
Επιστρέφοντας στα του φιλμ, ο Sam Riley στο ρόλο του Ian Curtis είναι απλά εξαιρετικός. Το βλέμμα του, η μελαγχολία που βγάζει, οι σπασμωδικές-ρομποτικές του κινήσεις (σήμα κατατεθέν) πάνω στη σκηνή. Με την ερμηνεία του καταφέρνει να αναδείξει ουσιαστικά τα αδιέξοδα και τα συμπλέγματα ενός ευφυούς και συνάμα σκοτεινού και απόμακρου χαρακτήρα, όπως ήταν ο Ian Curtis. Επίσης, πολύ καλή και η ερμηνεία της Samantha Morton στο ρόλο της γυναίκας του, Deborah Woodruff-Curtis.
Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για μια μουσική βιογραφική ταινία φτιαγμένη για φαν. Είναι ένα ολοκληρωμένο κινηματογραφικό φιλμ που απευθύνεται σε όλους τους σινεφίλ. Θα το ξαναδούμε σίγουρα.
Αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο βλέποντας τη ταινία είναι η μοναδική ικανότητα του Corbijn να χειρίζεται το κινηματογραφικό φακό σαν να ήταν φωτογραφική μηχανή, δίνοντας έτσι μια συρραφή καταπληκτικών ασπρόμαυρων φωτογραφικών εικόνων. Ο φωτισμός, οι γωνίες λήψεις, ο τρόπος που τοποθετεί τα πράγματα μέσα στην εικόνα φανερώνουν έντονα φωτογραφική ματιά. Με αυτό το τρόπο εξάλλου πιστεύω πως ο σκηνοθέτης κατάφερε να υπερβεί μία έντονη βιογραφική ταινία. Πολλά από τα κινηματογραφικά του καρέ μπορούν να σταθούν άνετα και ως ανεξάρτητες φωτογραφίες. Γι αυτό, για μένα το φιλμ ήταν και ένα φωτογραφικό λεύκωμα.
Ο χαρισματικός συνδυασμός φωτογραφίας και κινηματογράφησης, νομίζω, πως σπάνια συναντάται στον ίδιο άνθρωπο. Ο Corbijn ξεκίνησε ως φωτογράφος το 1972, ενώ το 1979 μετακόμισε στο Λονδίνο από την Ολλανδία (όπου γεννήθηκε και ζούσε τότε), ορμώμενος από τη μουσική σκηνή του post-punk. Εκεί πρωτο-φωτογράφησε και τους Joy Division. Έγινε ευρέως γνωστός φωτογραφίζοντας τους U2 και τους Depeche Mode, και ακόμα περισσότερο όταν ασχολήθηκε με τη σκηνοθεσία βίντεο-κλιπ και το σχεδιασμό εξώφυλλων εκτενώς για τα δύο προηγούμενα γκρουπ, αλλά και για τους Nirvana, Nick Cave, Echo & the Bunnymen, κ.α.
Επιστρέφοντας στα του φιλμ, ο Sam Riley στο ρόλο του Ian Curtis είναι απλά εξαιρετικός. Το βλέμμα του, η μελαγχολία που βγάζει, οι σπασμωδικές-ρομποτικές του κινήσεις (σήμα κατατεθέν) πάνω στη σκηνή. Με την ερμηνεία του καταφέρνει να αναδείξει ουσιαστικά τα αδιέξοδα και τα συμπλέγματα ενός ευφυούς και συνάμα σκοτεινού και απόμακρου χαρακτήρα, όπως ήταν ο Ian Curtis. Επίσης, πολύ καλή και η ερμηνεία της Samantha Morton στο ρόλο της γυναίκας του, Deborah Woodruff-Curtis.
Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για μια μουσική βιογραφική ταινία φτιαγμένη για φαν. Είναι ένα ολοκληρωμένο κινηματογραφικό φιλμ που απευθύνεται σε όλους τους σινεφίλ. Θα το ξαναδούμε σίγουρα.
Ετικέτες Cinema